Ανύπαρκτη ως ποινή η "ακοινωνησία", στους Ιερούς Κανόνες της Ορθοδοξίας, και στους Νόμους της Πολιτείας. Το "εφεύρημα" -ακοινωνησια- ως πειθαρχική ποινή, της διοίκησης της ελλαδικής Εκκλησίας, πάσχει απόλυτης ΑΚΥΡΟΤΗΤΟΣ και είναι εκτός πρόβλεψης νόμου. Κατωτέρω, η σύντομη σχετική ένσταση ακυρότητος κατά του κλητηρίου θεσπίσματος που κατέθεσα στις 9 Δεκ. 2013, στο συνοδικό πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που βέβαια απερρίφθη, χωρίς πολλές κουβέντες, ή εξηγήσεις!
{ βλέπε: (ΚΛΗΤΗΡΙΟ ΘΕΣΠΙΣΜΑ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟΥ 11ΝΟΕ2013.pdf - https://drive.google.com/file/d/0B4RsXv2nzziERDR1enVJeFdPWWM/edit?usp=sharing)
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟΥ
ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΕΝΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙ
ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΟΥ ΘΕΣΠΙΣΜΑΤΟΣ
Ιερομόναχου -
Αρχιμανδρίτη Ιγνατίου Σταυρόπουλου (κατά κόσμο Πλάτωνος-Αποστόλου) του Σπυρίδωνος, Κληρικού της Ιεράς Μητρόπολης Ναυπάκτου
και Αγίου Βλασίου, Διδάκτορος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και
Πτυχιούχου Θεολογικής Σχολής Πανεπ. Αθηνών, Πτυχιούχου της Νομικής Σχολής του
Πανεπιστημίου του Μπάρι Ιταλίας, υπ. Διδάκτορος Νομικής.
Καλούμαι
να δικαστώ ενώπιόν Σας με το από 16.10.2013 κλητήριο θέσπισμα του Δικαστηρίου
Σας, σήμερα 9.12.2013, μετά από αναβολή που ζήτησα και έλαβα, στο πρόσωπο του
πληρεξουσίου δικηγόρου μου, κατά την αρχική δικάσιμο της 11ης
Νοεμβρίου 2013.
Πλην όμως το σε βάρος μου κλητήριο θέσπισμα
πάσχει απόλυτης ακυρότητας για τους ακόλουθους λόγους:
Ι. Από το κλητήριο επίχριμα και τη σε βάρος μου
δίκη ενώπιον του Επισκοπικού Δικαστηρίου και την υπ’ αριθμ. 1/2012 απόφαση του
Δικαστηρίου αυτού, έχει ανεπιτρέπτως, κατά παράβαση του Συντάγματος και της
Ε.Σ.Δ.Α, προστεθεί ΝΕΑ άγνωστη έως τώρα σε βάρος μου κατηγορία, ήτοι αυτής της
προτροπής των πιστών σε συμμετοχή σε «άκυρα μυστήρια».
ΙΙ. Περαιτέρω, το κλητήριο θέσπισμα
είναι απόλυτα άκυρο διότι περιλαμβάνει ποινή που δεν προβλέπεται από ΚΑΝΕΝΑΝ
ιερό κανόνα ή άλλη ΔΙΑΤΑΞΗ ΝΟΜΟΥ. Το πνευματικό επιτίμιο της ακοινωνησίας ΔΕΝ
είναι «ποινή», ούτε καν εξετάζεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας (Βλ.
686/2011 απόφαση ΣτΕ – Σχετικό 1),
ώστε κατηγορούμαι για παράβαση ανύπαρκτης ποινής, ήτοι εν τέλει για
ποινή μη προβλεπόμενη από νόμο (και εν κατακλείδι, κατά παράβαση της παγκόσμιας
δικαϊκής αρχής sine lege nullum crimen)!
Πρέπει
να σημειωθεί πως γνωρίζουμε ότι μία από τις εκκλησιαστικές ποινές είναι και
αυτή του ‘αφορισμού’, που διακρίνεται σε ‘μικρό’ και ‘μεγάλο’ αφορισμό. Ο
πρώτος – που ταυτίζεται με την ποινή της
‘ακοινωνησίας’ - επιβάλλεται κατά κανόνα από επίσκοπο ή πρεσβύτερο και
συνεπάγεται την προσωρινή στέρηση της συμμετοχής στη μυστηριακή ζωή της
Εκκλησίας —κυρίως στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας (ακοινωνησία). Σκοπός του
επιτιμίου είναι η άσκηση ηθικής πίεσης σε όποιον διέπραξε το εκκλησιαστικό
αδίκημα, προκειμένου αυτός να επανορθώσει. Εφόσον τούτο επιτευχθεί, η επιβολή
της ποινής αίρεται, συνήθως από τον κληρικό που την επέβαλε ή και την
προϊσταμένη του εκκλησιαστική αρχή.
Ο μεγάλος
αφορισμός (ή ‘ανάθεμα’) συνεπάγεται τη μόνιμη αποκοπή του τιμωρημένου από το
σώμα της Εκκλησίας, καθώς και την απώλεια της νομικής και κανονικής ιδιότητας
του μέλους της. Λόγω της εκκλησιαστικής και κοινωνικής βαρύτητάς της, η ποινή
αυτή επιβάλλεται πλέον πολύ σπάνια. Σήμερα, μεγάλος αφορισμός μπορεί να
επιβληθεί στην Εκκλησία της Ελλάδος μόνον κατόπιν αποφάσεως της Ι. Συνόδου της
Ιεραρχίας, που λαμβάνεται με αυξημένη πλειονοψηφία των 2/3 του όλου (όχι των
παρόντων) αριθμού των μελών της (άρθ. 4 περ. θ΄ και 6 § 3 Ν. 590/1977). Εφόσον
διαπιστωθεί ότι εξέλιπαν οι λόγοι επιβολής της, η ποινή ανακαλείται οποτεδήποτε
με την ίδια διαδικασία (χωρίς να χρειάζεται επανάληψη του βαπτίσματος).
Όπως γίνεται από τα ανωτέρω αμέσως
αντιληπτό, αν η ποινή του μεγάλου αφορισμού γίνεται εξ αποστάσεως και υπό τις
ανωτέρω προϋποθέσεις, η ποινή του μικρού αφορισμού ή ‘επιτίμιο της
ακοινωνησίας’ προϋποθέτει αναγκαίως την εκούσια προσέλευση του πιστού στο
μυστήριο της εξομολογήσεως και δεν μπορεί να γίνει χωρίς μία τέτοια ενέργεια.
Ως εκ τούτου, η επιβολή εις βάρος μου του επιτιμίου της ακοινωνησίας ή μικρού αφορισμού,
είναι παντελώς ανυπόστατη, αφού ουδέποτε προσήλθα στο μυστήριο της
εξομολογήσεως ενώπιον αυτών οι οποίοι μού την επέβαλαν. Με άλλη διατύπωση,
επιτίμιο ακοινωνησίας επιβαλλόμενο εξ αποστάσεως αγνοείται στη νομοκανονική
παράδοση της Εκκλησίας μας.
Ανεξαρτήτως, όμως, των ανωτέρω, σύμφωνα με
το περιεχόμενο της υπ’ αριθμ. πρωτ. 3519/2007 απόφασης επιβολής του (Σχετικό 2), αυτή (η απόφαση) προέβλεπε τη ρητή
προϋπόθεση αυτοδίκαιης άρσης του επιτιμίου, άμα τη εκλογή νομίμου νέου
ηγουμενοσυμβουλίου. Αυτό ΠΡΑΓΜΑΤΙ έγινε με την εκλογή του π. Ειρηναίου
Κουτσογιάννη, η εκλογή του οποίου έγινε ΑΠΟΔΕΚΤΗ από την Ιερά Σύνοδο, όπερ
σημαίνει ότι από τη χρονική αυτή στιγμή ΕΠΑΥΣΕ ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΩΣ η ισχύς του σε βάρος
μου επιβληθέντος επιτιμίου της ακοινωνησίας, ώστε κατηγορούμαι ότι παραβιάζω
(ανεξαρτήτως των άλλων ζητημάτων που ανακύπτουν κατά τα άνω) μία αυτοδικαίως
καταργηθείσα ποινή! Όσον αφορά δε στα σχετικά έγγραφα του Σεβασμιωτάτου
Μητροπολίτη κ. Ιεροθέου και της Ιεράς
Συνόδου περί αδιοίκητου της Ιεράς Μονής, Σας παραπέμπω στην ένστασή μου περί
ακυρότητας της προδικασίας,με την οποία ενημερωθήκατε ότι ο ίδιος ο Σεβ.
Μητροπολίτης, με το από 11.4.2013 έγγραφό του στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών
Μεσολογγίου, ισχυρίζεται πλέον ότι η Μονή, εν αντιθέσει με τα όσα ό ίδιος μετ’ επιτάσεως βεβαίωνε όλα αυτά τα έτη,
παρασύροντας και την Ιερά Σύνοδο να βεβαιώνει τα αυτά, είχε ΝΟΜΙΜΟΤΑΤΗ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ!!! (Σχετικό 3).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Ζητώ
την ακύρωση του από 16.10.2013 κλητηρίου θεσπίσματος για τους ανωτέρω λόγους.
Άλλως, αιτούμαι να ζητηθεί από το Δικαστήριό Σας από την
ειδική Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων να
γνωμοδοτήσει επί της ενστάσεώς μου.
Αθήνα, 9 Δεκεμβρίου 2013
Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος
ΝΙΚΟΣ Ι. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ
Α.Μ. Δ.Σ.Α. 17494
ΒΑΛΑΩΡΙΤΟΥ 9Β – 106 71 ΑΘΗΝΑ
ΤΗΛ.: 2103390557 – FAX: 2103390558
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου