Τέλος στην μακροχρόνια πειθαρχική δίωξη, βάζει με νέα ιστορική, αμετάκλητη
Απόφασή του, το Συμβουλίου της
Επικρατείας.
Το ιστορικό των πειθαρχικών διώξεων, που αρχίζει κατά του Αρχιμ.
Ιγνάτιου, στη Ναύπακτο, από το 1998, κλείνει με την πρόσφατη Απόφαση ΣτΕ αρ. 939/2017.
https://drive.google.com/file/ d/ 0B4RsXv2nzziEa2ltVGdzNGcycG5SS zJmTW00Q1FmdTRRQTVF/view?usp= sharing
Το Συμβούλιο Επικρατείας, δέχεται την αίτηση και: α) Ακυρώνει την Απόφαση του Ανώτατου Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Εκκλησίας της Ελλάδος και β) την διοικητική πράξη ΡΞΘ/ 607/15-12-2015 του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου.
https://drive.google.com/file/
Το Συμβούλιο Επικρατείας, δέχεται την αίτηση και: α) Ακυρώνει την Απόφαση του Ανώτατου Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Εκκλησίας της Ελλάδος και β) την διοικητική πράξη ΡΞΘ/ 607/15-12-2015 του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου.
Η εκκλησιαστική διοίκηση είχε επιβάλλει και την ποινή της οριστικής
παύσης και του υποβιβασμού, ως πειθαρχική τιμωρία, με συνέπεια και την αφαίρεση
κάθε μισθοδοτικού και ασφαλιστικού δικαιώματος (!).
Μεταξύ άλλων, ως οι πλέον κύριες κατηγορίες στην πολυετή πειθαρχική
διαδικασία κατά τα αναγραφόμενα στις καταγγελίες του μητροπολίτη, ήσαν:
H συμμετοχή στην ΕΠΕ Ιχθυοκαλλιέργειας το 1992, και
η «απείθεια» διότι το 1999 ο αιτών αρχιμανδρίτης, ως υπεύθυνος «επί των αιρέσεων»
αρνήθηκε να ερευνήσει αν στη Ναύπακτο λειτουργούσε ευκτήριος οίκος της «Ελευθέρας
Αποστολικής Εκκλησίας Πεντηκοστής», αν μέλη αυτής ασκούσαν προσηλυτισμό και αν
είχαν εκδοθεί σχετικές καταδικαστικές αποφάσεις.
Σημειώνονται στη συνέχεια, κατ’ επιλογή, σκέψεις από την
εν λόγω πολυσέλιδη Απόφαση:
1. Tο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας (ΣτΕ),
δέχτηκε να δικάσει την από 13 Ιανουαρίου 2015 αίτηση του Ιγνάτιου Σταυρόπουλου ΚΑΤΑ
των: Εκκλησίας Ελλάδος, και Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου, λέγοντας χαρακτηριστικά
ότι: «…όπως έχει κριθεί, η επιβολή σε βάρος του αιτούντος επιτιμίων «ακοινωνησίας»,
όπως και η επιβολή ποινής καθαίρεσης από την ιεροσύνη… δεν του στερούν το ηθικό
έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ακυρώσεως όπως η κρινόμενη, με την οποία
ο αιτών επιδιώκει να αποσείσει την ηθική μομφή που συνεπάγεται η σε βάρος του
πειθαρχική καταδίκη (ΣτΕ 2480/2015)…», (σκέψη 4).
2. «…Η επιβολή σε βάρος του αιτούντος
πνευματικής φύσεως κυρώσεων από τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου (αφαίρεση οφφικίου,
επιτίμιο ακοινωνησίας) δεν συνιστά πειθαρχική δίωξη και τιμωρία για τις πράξεις
που αποτέλεσαν αντικείμενο της επίδικης πειθαρχικής διαδικασίας και επομένως η
τελευταία δεν αποτελεί απαγορευμένη δεύτερη δίωξη για τα αυτά πειθαρχικά
αδικήματα…», (σκέψη 5).
3. «…Η δίωξη του αιτούντος και η τιμωρία του
για την πράξη των χωρίς άδεια μετακινήσεων εκτός των ορίων της Ι. Μ. Ναυπάκτου
δεν ήταν νόμιμη… δοθέντος ότι στο ως άνω παραπεμπτήριο δεν περιγράφονται με
ακρίβεια οι επίμαχες μετακινήσεις… ώστε να δοθεί η δυνατότητα στον εγκαλούμενο
να αμυνθεί (με την απολογία του) έναντι συγκεκριμένων κατά τόπο και χρόνο
γεγονότων», (σκέψη 9).
4. «…η πειθαρχική απόφαση πρέπει να είναι
αιτιολογημένη και ως προς την επιλογή και επιμέτρηση της ποινής, το δε αρμόδιο
όργανο οφείλει να αιτιολογεί τη σχετική κρίση του λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον
της υπηρεσίας και τη συνολική διαγωγή του κρινομένου εντός και εκτός αυτής…»,
(σκέψη.10).
5. «…και η ως άνω νεότερη αιτιολογία της επιβολής
στον αιτούντα της ποινής της οριστικής παύσης για κάθε ένα από τα προαναφερθέντα
παραπτώματα είναι πλημμελής και μη νόμιμη… Η αξιολόγηση της ιδιαίτερης αυτής περίστασης
ελλείπει από την προσβαλλόμενη απόφαση του ΑΥΣΕ…» (Ανώτατο Υπηρεσιακό Συμβούλιο
Εκκλησίας)…
Ειδικότερα το ΑΥΣΕ δεν αξιολόγησε καθόλου τους ισχυρισμούς του
αιτούντος αναφορικά με το αν η εντολή προς αυτόν του Μητροπολίτη Ναυπάκτου για
την διερεύνηση ζητήματος λειτουργίας ευκτηρίου οίκου μπορούσε να άπτεται
ανεπιτρέπτως της επεξεργασίας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων των αιτηθέντων
την ίδρυση του ευκτηρίου οίκου…»… καθότι μάλιστα για το ζήτημα αυτό εκφράστηκε
ρητώς και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με την 9/2006 απόφασή
της (γνωστοποιηθείσα στο ΑΥΣΕ με το από 9.10.2015 υπόμνημα του αιτούντος), με
την οποία έγινε δεκτό ότι για την ίδρυση ευκτηρίου οίκου δεν ήταν επιτρεπτή
οποιαδήποτε ενέργεια συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών, απευθύνθηκε δε και
σύσταση προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων και το Μητροπολίτη
Ναυπάκτου, αντίστοιχα, α) να μη γνωστοποιούνται τα ονόματα των αιτούντων άδεια
ίδρυσης ευκτήριου οίκου και β) να μην επιχειρούνται ενέργειες που συνιστούν
επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε σχέση με τη χορήγηση άδειας
ευκτήριου οίκου»…
«…λαμβανομένου
υπόψη ότι το ΑΥΣΕ αδυνατεί για δεύτερη φορά να αιτιολογήσει νομίμως την κρίση
του για την επιβολή της ποινής της οριστικής παύσης και μάλιστα για λόγους που
ταυτίζονται, στα ουσιώδη σημεία τους, με εκείνους για τους οποίους ακυρώθηκε η
προηγούμενη απόφασή του (4/2005) με την 2480/2015 απόφαση του Δικαστηρίου
τούτου, η επιβολή της ίδιας ποινής της οριστικής παύσης στον αιτούντα στο
πλαίσιο της επίδικης πειθαρχικής διαδικασίας συνιστά υπέρβαση των άκρων ορίων της
διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης και δεν είναι, πλέον, νόμιμη, κατά τα
βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση (πρβλ. ΣτΕ 2646/2009), (σκέψη
14).
Σημειώνεται τέλος, ότι η νομολογία που φέρνει η Απόφαση αυτή, αφορά σε κάθε Δημόσιο Λειτουργό, διότι τον προστατεύει από την αναιτιολόγητη, μη νόμιμη επιβολή πειθαρχικών ποινών, αλλά και σε κάθε κληρικό, διότι παύει πλέον να θεωρείται η επιβολή κάποιας πνευματικής ποινής, (ακοινωνησία – καθαίρεση), ως αιτία του να μη έχει το έννομο ηθικό συμφέρον, ώστε να προσφεύγει παραδεκτώς ενώπιον τω αρμοδίων Αρχών, ζητώντας την δικαστική προστασία, όπως ορίζει το Σύνταγμα για κάθε πολίτη.
Θεωρείται απόφαση σταθμός, για την νομολογία του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου του Συμβουλίου της Επικράτειας, και σημαντική εξέλιξη στη νομολογία του διοικητικού, εκκλησιαστικού, και δημοσίου Δικαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου