Ι. Η Ορθόδοξη Εκκλησία ως ‘κοινωνία πολιτών’.
Α. Η Ορθόδοξη
Εκκλησία, δεν διακρίνεται από στεγανά σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία. Όπως
έχει υποστηριχτεί, η Εκκλησία αποτελεί, και μία ευρεία «κοινωνία πολιτών». Τούτο σημαίνει δύο πράγματα:
Πρώτον, την διαρκή αλληλεπίδραση μεταξύ Εκκλησίας
και Κράτους ή κοινωνίας.
Ο
εκκλησιαστικός οργανισμός, ως τμήμα της κοινωνίας, όχι μόνον διακρίνεται εν
πολλοίς από τα θετικά και αρνητικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ίδια, αλλά
και επηρεάζεται ουσιαστικά από τις κατά καιρούς οικονομικές, πολιτικές ή όποιας
άλλης μορφής κρίσεις της.
Δεύτερον, τα μέλη της Εκκλησίας φέρουν ακέραια όλα τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Ελλήνων πολιτών. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι
οι χριστιανοί ως πολίτες, οφείλουν να πειθαρχούν στους νόμους του κράτους, όσον
αφορά στα ζητήματα οργάνωσης, διοίκησης φορολόγησης κλπ.
Β. Η Οργανωτική δομή: Μητροπόλεις, Ενορίες Μοναστήρια.
Οι βασικές αυτές δομές διέπουν την λειτουργία της Εκκλησίας και τις
πνευματικές, λατρευτικές
φιλανθρωπικές και άλλες εκδηλώσεις, της.
Γ. Άλλες Ορθόδοξες Κοινότητες και
εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες στην Ελλάδα:
Άγιο Όρος, Παλαιό Ημερολόγιο, Πατριαρχικά Μετόχια,
ιδιωτικά ησυχαστήρια κλπ.
Στην Ελλάδα, όπως βεβαίως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της
Αμερικής, υπάρχουν πάνω από μία
εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες.
Η
ασυνήθης κατάσταση στην Ελλάδα, είναι
ότι η οικονομική βοήθεια εκ μέρους
της ελληνικής πολιτείας λειτουργεί μονομερώς υπέρ της επίσημης Εκκλησίας
Ελλάδος. Αυτό συμβαίνει διότι, η Εκκλησία Ελλάδος ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου απολαμβάνει πλεονεκτήματα που άλλες θρησκευτικές κοινότητες στερούνται. Ενώ
δηλαδή, οι ιερείς της «Εκκλησίας Ελλάδος» διορίζονται απ το κράτος από το οποίο
μισθοδοτούνται, οι ιερείς άλλων δικαιοδοσιών, π.χ. του παλαιoύ ημερολογίου,
δεν έχουν αυτό το προνόμιο παρ’ όλο ότι εξυπηρετούν τις θρησκευτικές
ανάγκες Ελλήνων πολιτών.
ΙΙ. Οι αιτίες της σύγχρονης οικονομικής κρίσης
Ελλάδος
Η κρατούσα άποψη θεωρεί ότι τα αίτια της βαθύτατης
οικονομικής κρίσης της Ελλάδος, είναι αποκλειστικώς οικονομικά. Ωστόσο, οι
ίδιοι παρατηρητές συμφωνούν, ότι η οικονομική αυτή κρίση συνδέεται με την ηθική συνείδηση των πολιτών.
Η σχετικά πρόσφατη μα δραστική αλλοίωση της
συνείδησης των πολιτών έχει διευκολύνει,
αν όχι δημιουργήσει τις καθαυτές οικονομικές αιτίες της κρίσεως: φοροδιαφυγής, το δίδυμο της δωροδοκίας/δωροληψίας,
, και γενικότερα εκτεταμένη διαφθορά με
τις ποικίλες εκφάνσεις της.
Για
παράδειγμα, η φορολογική συνείδηση, δεν είναι στην ουσία της παρά ηθική - κοινωνική συνείδηση, αφού η εκπλήρωση ή
μη των φορολογικών υποχρεώσεων, απεικονίζει τη βαθύτερη ηθική στάση των
συμπολιτών απέναντι στους «άλλους», οι
οποίοι και τελικά γίνονται αρνητικοί αποδέκτες της φοροδιαφυγής.
Δεν
πρέπει ωστόσο να λησμονείται ότι οι ανωτέρω συμπεριφορές προέρχονται από μέλη της Εκκλησίας, στην οποία φέρεται,
κατά την ίδια, να ανήκει η «συντριπτική πλειοψηφία» των Ελλήνων.
Μήπως όμως θα
έπρεπε, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αντί η Εκκλησία μας να «γκρινιάζει» για τις
συνέπειες της οικονομικής κρίσης, που υφίσταται η ίδια, όπως και οι κοσμικοί
οργανισμοί, να κάνει την αυτοκριτική
της σχετικά με το πραγματικό (και όχι πλασματικό ή φαντασιακό, λέγε: βολικό)
βαθμό στον οποίο τα μέλη της είναι και ειλικρινείς φορείς μίας ακέραιης ηθικής
συνείδησης;
Με άλλα λόγια, μήπως
θα έπρεπε να συζητήσουμε το βαθμό της αποτυχίας
της Εκκλησίας, να εμπνεύσει στην ηγεσία της και στα μέλη της μία ηθική και φιλο-κοινωνική στάση
στη συμπεριφορά τους;
Πώς όμως θα μπορούσε μια θρησκευτική ηγεσία, όταν εκούσια
αφήνεται να «διαφθείρεται» να οδηγήσει
τους πιστούς της σε μια ηθική και φιλο – κοινωνική χριστιανική συμπεριφορά;
III. Επιπτώσεις
οικονομικής κρίσης
Α. Σήμερα αποδεικνύεται
ότι η οικονομική κρίση επιδρά άμεσα, στην όλη λειτουργία των
εκκλησιαστικών οργανισμών, με δυο κύριες εκδηλώσεις .
- Στην εσωτερική οργάνωση, διοίκηση
και διαχειριστική τους λειτουργία, με συνεπακόλουθη αδυναμία να
συνεχίσουν την ομαλή λειτουργία τους,
λόγω της μείωσης των οικονομικών εσόδων. Η κατάρρευση της κρατικής μηχανής και η σημαντική μείωση χορηγιών εκ
μέρους της ελληνικής πολιτείας προς την Εκκλησία, έφερε σε πολύ δύσκολη θέση τη
συνέχιση της λειτουργίας των θεσμών της, που χρηματοδοτούντο κυρίως από το
κράτος.
- Στην ποιμαντική τους
δραστηριότητα (pastoral care/treatment of people).
Τούτο, διότι όταν η λειτουργία
ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού (όπως είναι και η Εκκλησία Ελλάδος) στηρίζεται
και στις εθελοντικές οικονομικές προσφορές των μελών του ή τρίτων, η μείωση των
συνεισφορών τους, θέτει αντίστοιχα την Εκκλησία σε αδυναμία να ανταποκριθεί
στην ‘παροχική της λειτουργία’ προς ασθενέστερα μέλη της κοινωνίας.
Ξαφνικά, ολόκληρα τμήματα της φιλανθρωπικής και κοινωνικής δράσης της Εκκλησίας παρακμάζουν, με άμεσες συνέπειες – ακόμη και
στο επίπεδο της άμεσης επιβίωσης - σε συνανθρώπους μας που λαμβάνουν τα χρειώδη
από τον εκκλησιαστικό οργανισμό.
Β. Η χρηματοδότησή των εκκλησιαστικών οργανισμών
Υπάρχουν
δυο κατηγορίες εκκλησιαστικών οργανισμών βάσει του τρόπου χρηματοδότησής τους.
a. Οι Οργανισμοί
που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως είναι π.χ. οι
Μητροπόλεις, οι Ενορίες, οι Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, οι Μονές του Αγίου Όρους.
b. Οι Οργανισμοί που λειτουργούν με αυτοχρηματοδότηση, όπως είναι συνήθως τα
μοναστήρια, οι θρησκευτικοί φιλανθρωπικοί σύλλογοι, οι μη κυβερνητικές
οργανώσεις, διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, και οι ενορίες του Παλαιού
Ημερολογίου, που δεν ανήκουν στην Εκκλησία Ελλάδος.
Είναι
γεγονός, ότι η παρούσα οικονομική κρίση βλάπτει άμεσα και κυρίως την πρώτη
κατηγορία. Δημιουργείται πρόβλημα συνέχισης της λειτουργίας θεσμών της
Εκκλησίας της Ελλάδος και είναι άμεση η ανάγκη να προσαρμοστούν στις νέες
συνθήκες, ώστε να επιβιώσουν.
Πρέπει
να ευρεθούν έσοδα από άλλες πηγές, ώστε να αναπληρωθούν οι απώλειες εσόδων από
την Πολιτεία, που μειώνει συνεχώς την χρηματοδότηση προς την Εκκλησία.
{Είναι
ενδιαφέρον ότι η Τράπεζα της Ελλάδος
ζήτησε το 2011 να μεταφερθούν όλα τα διαθέσιμα κεφάλαια των εκκλησιαστικών
φορέων σε Κοινό Λογαριασμό όλων των ΝΠΔΔ που τηρείται στην ΤτΕ προκειμένου να
επενδύονται σε ομόλογα του Ελληνικού
Δημοσίου, όπως προέβλεπαν δυο νόμοι του 1950 και του 1997 για τα ΝΠΔΔ. Η
Εκκλησία Ελλάδος αντέδρασε έντονα με βάση τις αποφάσεις του ΕυρΔΔΑ που
αναγνωρίζουν ότι ναι μεν έχει νομική μορφή ΝΠΔΔ αλλά είναι μη κυβερνητικός
οργανισμός. Τελικά το θέμα λύθηκε με νομοθετική εξαίρεση των φορέων της
Εκκλησίας (νόμος 3986/2011)}.
Παραδείγματα
νέων δυσμενών οικονομικών μέτρων
1 1. Διορισμοί
ιερέων και εκκλησιαστικών υπαλλήλων
Σύμφωνα
με τα νέα μέτρα, οι ιερείς και όσοι εκκλησιαστικοί. υπάλληλοι πληρώνονται από
τον κρατικό προϋπολογισμό υπόκεινται
προκειμένου να διοριστούν, στον κανόνα της αναλογίας 5 αποχωρήσεις προς 1
πρόσληψη. (όπου 5 αποχωρήσεις εννοούνται
από όλο το δημόσιο τομέα και όχι μόνο από την Εκκλησία). Ο κανόνας αυτός θα
ισχύει μέχρι να λήξει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Ανάπτυξης.
Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι κάθε έτος ανάλογα
με τις αποχωρήσεις του προηγούμενου έτους,
ο Υπουργός Εσωτερικών εγκρίνει με βάση την αναλογία 5 προς 1 (η οποία
για το έτος 2011 ήταν 10 προς 1) νέες θέσεις για όλη την Ελλάδα. Αυτές τις νέες
θέσεις, τις κατανέμει με την ίδια απόφαση του σε κάθε Υπουργείο. Από εκεί και
έπειτα το κάθε Υπουργείο κατανέμει τις θέσεις που του δόθηκαν σε κάθε υπηρεσία
και φορέα του. Έτσι π.χ. αν εγκριθούν
1.000 θέσεις για το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων η Εκκλησία θα περιμένει από αυτές τις 1.000 θέσεις να της χορηγηθούν
κάποιες για να διορίσει τους ιερείς που έχει ανάγκη. Από τις ίδιες όμως
θέσεις θα πρέπει να διοριστούν δάσκαλοι στα δημοτικά σχολεία και καθηγητές στα
γυμνάσια και τα λύκεια.
2 2. Διακοπή
χρηματοδότησης.
Το
Υπουργείο Παιδείας έχει εξαγγείλει ότι θα προχωρήσει σε διακοπή της χρηματοδότησης στις Εκκλησιαστικές Ακαδημίες. Αυτές αποτελούν παραγωγικές σχολές
στελεχών της Εκκλησίας και χορηγούν πτυχία διαφόρων γνωστικών αντικειμένων που
ενδιαφέρουν την Εκκλησία (π.χ. θεολογία, μουσική κλπ.)
Η
Εκκλησία Ελλάδος, αυτή τη στιγμή είναι αδύνατο να αναλάβει το κόστος της
υποστήριξης των έξι Εκκλ. Ακαδημιών που υπάρχουν και λειτουργούν στην χώρα.
3.
Αυξημένη φορολόγηση
εκκλησιαστικής περιουσίας και δωρεών.
Με
νέο νόμο, η ακίνητη εκκλησιαστική περιουσία
φορολογείται (νόμος 3842/2010) με
συντελεστή τριπλάσιο από αυτόν που ισχύει για τα ΝΠΔΔ (δηλ. με τρία τοις
χιλίοις, αντί ένα τοις χιλίοις). Εξαιρείται από τον φόρο μόνο όποιο ακίνητο
χρησιμοποιείται για λειτουργικούς και θρησκευτικούς σκοπούς. (π.χ. ναοί,
μοναστήρια). Επομένως υπόκεινται στον φόρο και όλα τα ακίνητα που μπορεί να
παραμένουν αναξιοποίητα πολλές φορές επειδή η Πολιτεία έχει κηρύξει την
απαλλοτρίωση τους αλλά δεν έχει χρήματα να προχωρήσει την απαλλοτρίωση και
τυπικός ιδιοκτήτης εδώ και δεκαετίες παραμένει η Εκκλησία χωρίς όμως να μπορεί
ούτε να τα πουλήσει ούτε να τα
αξιοποιήσει διότι είναι δεσμευμένα.
Με
τον ίδιο νόμο, τα μισθώματα της
Εκκλησίας από τα ακίνητα της, επίσης
φορολογούνται με συντελεστή ανώτερο ακόμα και από εκείνα των ιδιωτών (νόμος
3842/2010) με συντελεστή δηλ. 20% κάθε έτος.
Επίσης
καταργήθηκε η φοροαπαλλαγή όσων
δωρίζουν ακίνητα και χρήματα στην Εκκλησία και φορολογείται πλέον με συντελεστή
0,1 % για δωρεές και κληρονομιές άνω των 1000 ευρώ. Είναι γεγονός ότι μετά τις
αντιδράσεις της επίσημης ηγεσίας της Εκκλησίας Ελλάδος, μειώθηκαν στο ελάχιστο οι συντελεστές φόρου για δωρεές (προς
ναούς-μονές), από 10% και 5% σε 1% και 0,5% αντίστοιχα. Το αποτέλεσμα
βέβαια είναι ότι η νέα αυτή φορολόγηση, έστω και μικρή, αποθαρρύνει τον κόσμο
στο να δίνει βοήθεια στο φιλανθρωπικό
έργο της Εκκλησίας.
4.
Περικοπές στους μισθούς και οικονομική δυσχέρεια των ιερέων
Το πρόγραμμα της κυβέρνησης για μείωση των μισθών
στο δημόσιο τομέα, συμπεριέλαβε και τους κληρικούς. Χαρακτηριστικό είναι το
γεγονός ότι ακόμη και οι διάκονοι, οι εφημέριοι και οι ιεροκήρυκες
«ξεσηκώθηκαν» για τις περικοπές στους μισθούς τους και προσέφυγαν στο Συμβούλιο
της Επικρατείας για την ακύρωση τους. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, σ’ αυτούς
συμπεριλαμβάνονται κληρικοί, οι οποίοι παράλληλα κατέχουν και υπαλληλική θέση στον
Δημόσιο τομέα (εκπαιδευτικοί, διάφοροι υπάλληλοι κ.λπ.).
Μετά
τα νέα μέτρα, σύμφωνα με το ενιαίο μισθολόγιο (Ν. 4024/2011), οι ιερείς που
κατέχουν ταυτόχρονα και δεύτερη θέση στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., θα
λαμβάνουν πλέον το σύνολο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης και μόνο το 30%
των αποδοχών της δεύτερης θέσης στην οποία απασχολούνται.
Με
τις μειώσεις των μισθών, αλλά και την μείωση της οικονομικής δυνατότητος των
πιστών να βοηθούν τους ιερείς, άρχισε πλέον να παρατηρείται και αδυναμία των
ιερέων να ανταπεξέλθουν οικονομικά στο έργο τους. Ειδικά ιερείς στην ύπαιθρο,
που καλούνται να ταξιδεύουν και να καλύπτουν με δικά τους έξοδα κίνηση
αυτοκινήτου το πρόβλημα αυξάνεται μέρα με τη μέρα και είναι άγνωστο πόσο θα
μεγαλώσει. Ήδη πολλοί φοβούνται πλέον «ερήμωση» της υπαίθρου από ιερείς, που
δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στα αυξανόμενα έξοδα κίνησης αλλά και
συντήρησης της οικογένειάς τους.
IV. Θα έχει και θετικά αποτελέσματα η οικονομική
κρίση στην Ελλάδα για την Εκκλησία;
Για
πρώτη φορά στη σύγχρονη Ελλάδα, έπαψε να θεωρείται αυτονόητο το ότι η Πολιτεία
θα καλύπτει όλα τα έξοδα της Εκκλησίας. Αυτή η νέα
πραγματικότητα έχει δημιουργήσει ήδη
μια σειρά από αντιδράσεις της Εκκλησίας, μερικές επικεντρώθηκαν
σε δευτερεύοντα ζητήματα, ενώ
κάποιες άλλες προμηνύουν πιο θεμελιώδεις αλλαγές.
1. Εθελοντές ιερείς.
Κάποιοι
Μητροπολίτες, ήδη άρχισαν να χειροτονούν εθελοντές
– ιερείς, όχι δηλαδή δημόσιους υπάλληλους. Αυτοί οι νέοι κληρικοί, είτε
έχουν έσοδα από μια άλλη δική τους εργασία, είτε δέχονται να λαμβάνουν πολύ
μικρό οικονομικό βοήθημα από την τοπική εκκλησία, ώστε να υπηρετήσουν μόνιμα
τις ανάγκες μιας ενορίας.. Δεν είναι όμως σίγουρο το αν θα έχουμε στο μέλλον στην Ελλάδα βελτίωση της «ποιότητος» στον κλήρο ή
υποβάθμιση.
2. Κατάργηση της
υποχρεωτικής αμφίεσης του κλήρου;
Η καινούργια γενιά των κληρικών που
δεν είναι πλέον «δημόσιοι υπάλληλοι»,
αλλά μπορεί να έχουν ως δεύτερη απασχόληση την ιερατική ιδιότητα, δεν μπορεί να
«υποχρεωθούν» στην υποχρεωτική αμφίεση
του κλήρου, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα. Ήδη διάφοροι επαγγελματίες που
δέχονται να υπηρετήσουν και ως ιερείς, πηγαίνουν στις εργασίες τους, με τη
συνήθη ενδυμασία, και υπηρετούν ως
κληρικοί όταν είναι εορτές ή Κυριακή για τις Θείες Λειτουργίες. Το γεγονός αυτό
πιθανόν να αποδειχθεί θετικό, με την έννοια ότι νέοι κληρικοί και νέες κοπέλες
που είχαν «πρόβλημα» με την υποχρεωτική αμφίεση, δεν θα διστάζουν πλέον να
βοηθήσουν την εκκλησία τους ως ιερείς και πρεσβυτέρες.
3. Αυτοχρηματοδοτούμενη Εκκλησία
Η
οικονομική κρίση επίσης, οδηγεί σήμερα σε σκέψεις πλήρους αναδιοργάνωσης
των οικονομικών της Εκκλησίας.
Α. Για πρώτη φορά
φαίνεται η ανάγκη για αύξηση εσόδων,
που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της Εκκλησίας. Έτσι άρχισε ήδη
η συζήτηση για δημιουργία επιχειρήσεων της Εκκλησίας με στόχο την απόκτηση
πόρων.
Β. Αναγκαίος επίσης θεωρείται ο
ανασχεδιασμός και η αναδιοργάνωση του οικονομικού συστήματος, με λήψη άμεσων αποφάσεων, ώστε να
καλυφθούν οι δαπάνες:
-
Για σπουδές και ετοιμασία υποψηφίων ιερέων και θεολόγων καθηγητών
-
Για χρηματοδότηση μισθών των ιερέων και
εκκλησιαστικών υπαλλήλων
-
Για αύξηση – δημιουργία κεφαλαίων λόγω απώλειας εισοδημάτων λόγω φόρων
-
Για κάλυψη αναγκών φιλανθρωπίας και ιδρυμάτων της Εκκλησίας
-
Για τη συντήρηση ναών / ανέγερση νέων, και μέριμνα για τα σημαντικά
εκκλησιαστικά μνημεία.
4. Καταπολέμηση της διαφθοράς.
Οι
δυσκολίες της κρίσης, δίνουν την ευκαιρία στην Εκκλησία Ελλάδος, να κάνει την
απαραίτητη αυτοκριτική. Είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για την καταπολέμηση της
διαφθοράς, ειδικά στις ΜΚΟ της
Εκκλησίας, που ήδη έχουν κατηγορηθεί για
μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα.
Η αξιοκρατία στην πρόσληψη στελεχών, οι
αυστηροί έλεγχοι στα οικονομικά των εκκλησιαστικών οργανισμών, η εκπαίδευση
ειδικών στελεχών, ο έλεγχος της διαχείρισης
των κληροδοτημάτων και άλλα πολλά, μπορεί να έχουν γίνει σήμερα πιο
αναγκαίος στόχος, από κάθε άλλη εποχή. Ειδικά
για λόγους επιβίωσης αλλά και για να μπορέσει η Εκκλησία να γίνει
παράδειγμα, ότι τα στελέχη της μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ηθικά και χρήσιμα
στην κοινωνία των πολιτών.
V. Ο Μουσουλμανισμός, στην Ελλάδα. Μια νέα
πρόκληση και προοπτική;
Ένα
καινούργιο ζήτημα για την Ελλάδα είναι, και
η αλλαγή των πληθυσμών και η παρουσία άλλων θρησκειών.
Για
παράδειγμα, με την παρουσία των μουσουλμάνων μεταναστών και προσφύγων στην Ελλάδα, θεωρούν πολλοί, ότι τα πράγματα
είναι απλά.
Αυτό
σημαίνει ότι δεν έχουμε την κατάλληλη γνώση και προσέγγιση στο θέμα αυτό.
Το
να βοηθήσουμε τους πληθυσμούς των μεταναστών, χωρίς να ζημιωθούμε, δεν είναι
μόνο θέμα φαγητού, υγείας και κατοικίας,
για τους άστεγους πρόσφυγες ή μετανάστες.
Χρειάζεται
σωστή γνώση του πολιτιστικού τους περιβάλλοντος από το οποίο προέρχονται.
Πόσοι
άραγε, γνωρίζουν σήμερα ότι στην Ελλάδα,
έχουμε πέντε έξι διαφορετικές μουσουλμανικές δοξασίες, που δεν είναι φιλικές
μεταξύ τους?
Πώς
μπορεί κανείς, να βοηθάει την μια μουσουλμανική κοινότητα, και να αγνοεί την
άλλη?
(Σουνίτες,
Σιίτες, Δρούζοι, Αλεβίδες, Αχμαντίγια, Μπεχτασί, δεν είναι ακριβώς το ίδιο).
Ούτε μπορεί να αφήνεται ανεξέλεγκτος ο καθένας να παρουσιάζεται δημόσια ως ο
εκπρόσωπος όλων των «μουσουλμάνων Ελλάδος».
Τα
κατάλληλα στελέχη που χρειάζονται από την ελληνική πολιτεία, για τις Δημόσιες
Υπηρεσίες, για τα σχολεία, αλλά και οι κατάλληλα εκπαιδευμένοι Ιερείς που χρειάζεται η κρατική
Εκκλησία Ελλάδος, δεν φαίνεται να υπάρχουν. Ασχολείται άραγε κανείς σοβαρά? Σκέφτεται
επίσης κάποιος εκκλησιαστικός οργανισμός, την νέα προοπτική ιεραποστολής και
κατήχησης, όλων αυτών που πλησιάζουν μια ορθόδοξη χριστιανική κοινωνία?
Απαιτείται άμεσα
καταγραφή των αναγκών της νέας πραγματικότητας,
προγραμματισμός, και ετοιμασία κατάλληλων προγραμμάτων, πριν γίνει ένα μη
ελεγχόμενο χάος, στην κοινωνία των
Ελλήνων ορθοδόξων πολιτών και υπάρξει αλλοίωση της ελληνικής – χριστιανικής
παράδοσης που διατηρήθηκε αιώνες.
Συμπεράσματα:
1. Η Ορθόδοξη Εκκλησία Ελλάδος, ως κοινωνία
πολιτών, έχει υποστεί σοβαρές συνέπειες από την οικονομική κρίση των τελευταίων
ετών. Το ζήτημα αυτό άρχισε ήδη να απασχολεί τους πιστούς και την εκκλησιαστική
ηγεσία.
2. Kατά τη διάρκεια
της κρίσης η κοινωνία των πολιτών, και ειδικότερα οι ευαίσθητες ομάδες της
κινδυνεύει να στερηθεί του φιλανθρωπικού έργου της εκκλησίας. Χρειάζεται μια
άμεση και έντονη αντίδραση.
3. Οι αρνητικές
συνέπειες της παρούσας κρίσης μπορεί να συρρικνώσουν τον κοινωνικό ρόλο και το
έργο της Εκκλησίας Ελλάδος και των Οργανισμών της μακροπρόθεσμα.
4. Η παρούσα
κρίση, δημιουργεί σημαντική ευκαιρία για ουσιαστική βελτίωση
της εκκλησίας που να εξικνείται πέραν
της διοικητικής της δομής και λειτουργίας και να περιλαμβάνει θεμελιώδεις
αξίες, όπως η αξιοκρατία,
η διαφάνεια και η λογοδοσία. και πέρα από αυτά την απόλυτη προσαρμογή στις διδασκαλίες του Χριστού, του ιδρυτή της.
5. Η Εκκλησία αν
δεν πάρει άμεσα συγκεκριμένες αποφάσεις και μέτρα αντιμετώπισης των
προβλημάτων, πιθανόν να οδηγηθεί σε απομόνωση και περιθωριοποίηση του ρόλου
της.
6. Η πρόσκληση για την ανανέωση είναι σαφής. Η προσέγγιση στην αλλαγή πρέπει να προέρχεται
από βαθιά ενδοσκόπηση, αναλυτική αξιολόγηση των σημερινών τρόπων λειτουργίας, από δημιουργικότητα,
με ένθερμες προσευχές, και, το πιο σημαντικό, με τη χάρη του Θεού του
Παντοκράτορα.
* *AHEPA, Webster University, Culture Center, Athens, Greece, 20 Απριλίου 2017.
* *first edition: "Economic crisis & impact for decision making for the church in Greece", WSCF, Bratislava, Slovakia, 31 – 3- 2012