Εισαγωγή
Δικαιοσύνη, ως εντολή του Θεού, προς τον άνθρωπο, αναγράφεται ως αρετή, στα τρία ιερά βιβλία του μονοθεϊσμού. Και στην
Παλαιά Διαθήκη των Εβραίων και στην Καινή Διαθήκη των Χριστιανών και στο
Κοράνιο των Μουσουλμάνων.
«…ἢ τί Κύριος ἐκζητεῖ παρὰ σοῦ ἀλλ᾿ ἢ
τοῦ ποιεῖν κρίμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου
Θεοῦ σου;»
-«…δικαιοσύνην
μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς…».
-«Μακάριοι οἱ
δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης…».
-«Μακάριοι οἱ
πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην…».
-«Ο Αλλάχ διατάζει
τη δικαιοσύνη (για όλους)».
-«Και όταν κρίνετε υποθέσεις
μεταξύ των ανθρώπων, να εκφέρετε κρίση με δικαιοσύνη»,
-«Allah loves those who act in justice», Ο
Θεός αγαπά εκείνους που εφαρμόζουν τη δικαιοσύνη.
Θα ήθελα να μπορώ να υποστηρίξω με άνεση
ότι οι θρησκείες μας παραμένουν σήμερα, να είναι η ελπίδα σωτηρίας του ανθρώπου
από τα σύγχρονα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Όμως, έχουμε την σκληρή
πραγματικότητα, που μας εμποδίζει από το να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον. Αρκετοί
μάλιστα υποστηρίζουν ότι οι θρησκείες, ως επίσημοι οργανισμοί, πεθαίνουν. Οι
νεότερες γενιές βλέπουμε να απομακρύνονται από την θρησκευτική παράδοση των
οικογενειών τους.
«According
to the latest Religious Landscape Study by the Pew Research Forum, the
percentage of Americans who believe in God, attend religious services and pray
daily has declined significantly during the last eight years, especially among
adolescents».
Twice
as many high school seniors, and 3 times as many college students, described
their religion as “none” in the 2010s.
Στην κοινωνική ζωή, για διάφορους
λόγους, η προσωπική ζωή των ανθρώπων γίνεται πιο κοσμική, και ο Θεός, ή καλύτερα
η θρησκευτικότητα, βλέπουμε να απομακρύνεται από την προσωπική ζωή των ανθρώπων.
Οι νεότεροι δεν θρησκεύουν, όπως οι γονείς τους. Με απλά λόγια, οι πιο πολλοί
ασχολούμαστε περισσότερο με την ύλη και το χρήμα, και λιγότερο με το πνεύμα, με
την πίστη και με το θέλημα και το Λόγο του Θεού. Η πίστη στο Θεό χάνεται και επικρατεί κυρίως η λογική. Η πίστη στο
θαύμα λιγοστεύει και επικρατεί η επιστήμη.
Σε ένα κόσμο της ύλης και όχι του
πνεύματος, της λογικής και όχι της πίστης, οι άνθρωποι της θρησκείας, οι
ηγεσίες, τα όποια θρησκευτικά ιερατεία δεν έχουν μείνει ανεπηρέαστα. Η
πνευματικότητα οπισθοχωρεί και κερδίζει η εκκοσμίκευση.
Ως αποτέλεσμα αυτού είναι οι θρησκείες να κατηγορούνται δίκαια, ότι
αποτελούν οργανισμούς όχι ψυχικής σωτηρίας και διακονίας, αλλά εκμετάλλευσης
του ανθρώπου, και να κατηγορούνται επίσης, ότι μετατρέπονται σε μέσα ελέγχου
των πληθυσμών, με ουσιαστικά πολιτικές επιδιώξεις, συναλλασσόμενες με άλλες
ανθρώπινες εξουσίες, χωρίς καθόλου να ενδιαφέρονται για την υπεράσπιση των
θείων εντολών και της ηθικής τάξης όπως αποκαλύπτονται μέσω των Αγίων ή των
Ιερών Γραφών και των Ιερών Παραδόσεων μαζί με τα λόγια των αγίων και των
προφητών.
Τελικά, αυτή η επικράτηση της λογικής και της επιστήμης δεν έφερε ως αποτέλεσμα
περισσότερη Δικαιοσύνη. Στη διεθνή σκηνή, συνεχίζεται η αντιπαλότητα και το
μίσος. Οι ιεροί τόποι της Λατρείας του Θεού, οι συναγωγές, οι εκκλησίες, τα
τζαμιά έχουν γίνει στόχος τρομοκρατικών επιθέσεων και οι πιστοί που
συγκεντρώνονται εκεί, γίνονται τα θύματα των μισαλλόδοξων που τους επιτίθενται,
γιατί πιστεύουν στη θανάτωση των «απίστων» κάθε άλλης θρησκείας, εκτός από τη
δική τους. Το διαφορετικό είναι μισητό, όχι ανεκτό.
Ο καθένας μάχεται το άλλο δόγμα, την
άλλη θρησκεία. Ακόμη και μέσα στην ίδια θρησκευτική ομάδα ανθρώπων, υπάρχουν οι
διαιρέσεις, οι σέκτες, και οι
«αντίπαλοι». Αυτό σημαίνει ότι δεν μπόρεσε ο σύγχρονος άνθρωπος να δεχθεί τον
διαφορετικό όπως είναι, τον πλησίον συνάνθρωπο, που πιστεύει ή που λατρεύει τον
Θεό με το δικό του διαφορετικό τρόπο. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπόρεσε η
ανθρωπότητα να διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος..
Είναι όμως μία ελπίδα, και αξίζουν
τέτοιες δια - θρησκευτικές διεθνείς συναντήσεις, και διάλογοι, από θεολόγους,
ηγέτες θρησκευτικών ομάδων και ειδικούς μελετητές των ανθρωπιστικών, πολιτικών
και κοινωνικών επιστημών.
Είναι άμεση η ανάγκη να βρεθεί το
λάθος, όπου υπάρχει. Είναι ανάγκη να γίνει η αυτοκριτική, και να πάρουμε τη
σωστή πορεία, πριν να είναι πολύ αργά. Ο
Θεός δεν μπορεί να είναι ο ένοχος. Εμείς οι άνθρωποι έχουμε λάθη. Οι
εκπρόσωποι και οι ηγεσίες, θρησκευτικές και πολιτικές, έχουν μεγάλη ευθύνη.
Ο Θεός δεν είναι Εβραίος, ή Χριστιανός
ή Μουσουλμάνος, κλπ. Είναι ο πατέρας και Δημιουργός όλων μας, που θέλει και ζητά την
Δικαιοσύνη Του, για όλους μας. Ειδικότερα όσοι επικαλούμαστε την ιερατική
ιδιότητα, ή την πίστη στον Ένα και αληθινό Θεό, οφείλουμε να αναζητούμε το
θέλημα του Θεού, και την Δικαιοσύνη Του και να την εφαρμόζουμε προς τους
συνανθρώπους γύρω μας.
Είναι
όμως η Δικαιοσύνη υπαρκτή στους χώρους
των θρησκειών;
Ο καθορισμός των εννοιών είναι πάντα
βασικό εργαλείο κατανόησης και στην θεολογία και στην φιλοσοφία και στην
επιστήμη.
Α. Η Δικαιοσύνη του Θεού
Η
Δικαιοσύνη του Θεού βρίσκεται
συχνά σε αντίθεση με την αποκαλούμενη δικαιοσύνη των ανθρώπων. Πάνω απ’όλα
είναι κεντρική ιδιότητά της ίδιας Του της φύσης. Είναι ο τρόπος με τον οποίο
υπάρχει ο Θεός. Είναι η δικαιοσύνη στην οποία ο προφήτης Ησαΐας μας καλεί
λέγοντας «δικαιοσύνην μάθετε οἱ
ἐνοικοῦντες ἐπὶ τὴν γῆν».
Στην
ιστορία του αρχαίου Ισραήλ, το ζήτημα της δικαιοσύνης έχει ιδιαίτερη σημασία. Ο
προπάτορας Αβραάμ, είναι ο πρώτος που χαρακτηρίζεται δίκαιος.
Είναι
σημαντικό όμως να δούμε, το γιατί άραγε ο Αβραάμ χαρακτηρίζεται ως δίκαιος;
Μήπως
έκανε κάτι από αυτά που όλοι εμείς θεωρούμε σωστά και δίκαια πράγματα;
Γεγονός
είναι ότι ο προπάτορας Αβραάμ χαρακτηρίζεται δίκαιος, όχι γιατί έκανε κάτι,
αλλά θεωρείται δίκαιος γιατί πίστεψε. Αυτή η πίστη τον κάνει να είναι δίκαιος.
Εμπιστεύτηκε
αυτόν που τον κάλεσε, και παραδόθηκε με υπακοή και εμπιστοσύνη στην κλήση του
Θεού. Αυτό λέγεται πίστη.
Χαρακτηριστικά
είναι τα σχετικά λόγια του Απ. Παύλου, «ἐπίστευσεν
Ἀβραὰμ τῷ Θεῷ καὶ ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην». Αυτή δηλαδή η πίστη του Αβραάμ, μέτρησε ως
δικαιοσύνη.
Έχουμε
δηλαδή ταύτιση πίστης και δικαιοσύνης. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, αυτό σημαίνει
ότι αν αναζητούμε την Δικαιοσύνη του Θεού στο χώρο των Θρησκειών, τότε αυτό
σημαίνει ότι αναζητούμε την πίστη στο Θεό.
Δεν μπορεί
δηλαδή να θεωρήσουμε ότι μπορεί να καρποφορήσει χωρίς την πίστη στο Θεό, από
μόνη της μια δικαιοσύνη αυτόνομη, και ανεξάρτητη. Η Θεία Δικαιοσύνη είναι
σταθερή και άξια εμπιστοσύνης σε αντίθεση με τις νομικές ανθρώπινες προσταγές,
που αλλάζουν συνεχώς σε συνάρτηση με άθεες επιδιώξεις.
Β. Ανθρώπινη
και Θεία Δικαιοσύνη
Πολλοί ομιλούν σήμερα για τη δικαιοσύνη. Είναι όμως
τελείως διαφορετική η ανθρώπινη από την Θεία Δικαιοσύνη.
Ένας φημισμένος ασκητής και δάσκαλος της εκκλησίας,
ο Ισαάκ ο Σύρος, αναφέρει: «μην πεις τον Θεό δίκαιο» διότι κατά την ανθρώπινη
δικαιοσύνη ο Θεός είναι άδικος. Με
άλλες λέξεις δεν έχουμε κάποια υπερυψωμένη θέση από την οποία θα κρίνουμε την
δικαιοσύνη του Θεού. Αυτός θέτει τα κριτήρια και κάνει την κρίση και όχι εμείς.
Και δεν πρέπει να θεωρούμε διαφορετικά. Αυτός είναι ο αγγειοπλάστης και εμείς ο
πηλός. Δεν μας ανήκει να κρίνουμε τις ενέργειές Του.
Διαφέρει δηλαδή τελείως η ανθρώπινη σκέψη από την
θέληση του Θεού.
Η ανθρώπινη σκέψη διαφέρει τελείως από τη θέληση
του Θεού. Οι άνθρωποι θεωρούν ότι ένας κακός άνθρωπος θα πρέπει πάντοτε να
τιμωρηθεί ανάλογα με την παρανομία ή την αμαρτία που έκανε. Όμως, με βάση τη
Δικαιοσύνη του Θεού, μπορεί ένας άνθρωπος με ένα συγγνώμη να πάρει τη συγχώρεση
εάν έχει μετανοήσει πραγματικά.
Με την ίδρυση των οργανισμών της κάθε θρησκείας
έχουμε ταυτόχρονα και την προσπάθεια του κάθε οργανισμού να επιβιώσει, να
επικρατήσει ή και να συνυπάρξει με τις πολιτικές και κρατικές εξουσίες.
Αυτή η ανθρώπινη προσπάθεια έχει ως μέσο και την
προσπάθεια επιβολής νόμων και διατάξεων, που πολλές φορές δημιουργούνται, χωρίς
καμία αναφορά η αναγωγή στο θέλημα του
Θεού και στις εντολές Του. Είναι απλά ανθρώπινες νομοθετικές ρυθμίσεις και
διατάξεις, όπως όλες οι άλλες που εκδίδονται από τις διάφορες πολιτικές
κρατικές αρχές.
Αποτέλεσμα όμως αυτού του γεγονότος είναι να
κινδυνεύει να αποξενώνεται αρκετές φορές ένας θρησκευτικός οργανισμός από το
θέλημα του Θεού. Να ξεχνιέται εντελώς η
πίστη στο Θεό και άρα να χάνεται το θεϊκό θέλημα και η Δικαιοσύνη του Θεού.
Επικρατεί δηλαδή η ανθρώπινη δικαιοσύνη. Αυτή όμως η ανθρώπινη, δηλαδή η λογική
και μόνο νομική προσέγγιση δεν μας εγγυάται την επικράτηση μιας Θρησκείας και
μιας Κοινωνίας Δικαίου. Και μάλιστα έχουμε
και το παράλογο να μπορεί κάποιος με την αυθαίρετη επίκληση του ονόματος του
Θεού, να διαπράττει ακόμα και το έγκλημα και να σκοτώνει τον συνάνθρωπό του. Να
υπάρχει δηλαδή το φαινόμενο ενός «πιστού», άδικου, που θεωρεί ότι εφαρμόζει
μόνος του το Δίκαιο του Θεού, αλλά ταυτόχρονα να γίνεται ο φονιάς, ο τρομοκράτης,
ο εγκληματίας.
Αυτή η τραγική κατάληξη του ανθρώπου, -χωρίς Θεό-
είναι και η πιο τρανή απόδειξη ότι η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει
αυτόνομη χωρίς την αληθινή πίστη στο Θεό που είναι η Δικαιοσύνη του Θεού.
Τελικά, όταν μια Θρησκεία καταντήσει χωρίς την πίστη στο Θεό, τότε
αναγκαστικά είναι και χωρίς
Δικαιοσύνη. Και Θρησκεία χωρίς Δικαιοσύνη Θεού, μπορεί να καταλήγει
ακόμα και στο έγκλημα στο όνομα του ίδιου του Θεού, γιατί «χωρίς Θεό, όλα
επιτρέπονται».
Γ. Θρησκευτικές και πολιτικές εξουσίες. Η θρησκεία
ως εξουσία.
Η απώλεια της πίστης και της Δικαιοσύνης του Θεού
μπορεί να έχει ανεξέλεγκτες δυσμενείς επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο, ιδίως
όταν αφορά σε χώρους όχι μόνο προσωπικής ζωής κάποιου, αλλά και εξουσιών
πολιτικών, κρατικών και ηγεσίας κάθε μορφής θρησκευτικής ή άλλης.
Με άλλα λόγια: Αν καταντά επικίνδυνη η χωρίς πίστη
και δικαιοσύνη συμπεριφορά ενός θρησκευόμενου ανθρώπου, αποκτά πολλαπλή
επικινδυνότητα για ολόκληρη την ανθρωπότητα η εγκαθίδρυση καθεστώτων θρησκευτικών ή πολιτικών. Δεν είναι λίγες
στην ιστορία οι περιπτώσεις των
αιματηρών θρησκευτικών πολέμων. Δυστυχώς, στην εποχή μας το φαινόμενο
επαναλαμβάνεται και χρησιμοποιείται το επικάλυμμα της θρησκευτικότητας για
εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η αιτία βρίσκεται στο γεγονός ότι έχουμε
ηγεσίες θρησκευτικές η πολιτικοστρατιωτικές, που λειτουργούν χωρίς πίστη στο
Θεό και χωρίς Δικαιοσύνη Θεού. Είναι τεράστια η ευθύνη των θρησκευτικών
ηγεσιών, όταν συμμετέχουν σε τέτοιες διαδικασίες, που δημιουργούν άλλοθι σε
εγκλήματα πολιτικών και στρατιωτικών εξουσιών σε βάρος της ανθρωπότητας. Το
εκρηκτικό μίγμα πολιτικής εξουσίας και μιας θρησκευτικής ηγεσίας χωρίς Θεό,
καταντάει να είναι ό,τι πιο επικίνδυνο.
Όταν επικρατεί ο φόβος, ως εργαλείο επιβολής
κάποιας θρησκευτικής επιδίωξης, όπου και αν αυτό γίνεται, είναι εντελώς
απορριπτέο. Τούτο διότι όταν ο άνθρωπος από φόβο και όχι από απόλυτη ελευθερία
κάνει κάτι, αυτό δεν αποτελεί κάποια ελεύθερη επιλογή με ηθική αξία. Όντως, όπως
το Κοράνιο λέει: «Δεν υπάρχει καταναγκασμός στη θρησκεία».
Kαι όπως ο Απ. Παύλος λέει: «… ἀνθρώπους πείθομεν»
(και δεν εξαναγκάζουμε, ούτε τους εκφοβίζουμε). Επίσης, ο Θεός Δημιουργός και
πατέρας, πάντα θέλει την αγάπη και όχι το φόβο, γιατί ο ίδιος ο Θεός είναι η
Αγάπη.
Δ. Ελευθερία της θρησκείας και ελευθερία της λατρείας.
Βασική συνταγματική επιταγή στο
σύγχρονο δικαιϊκό σύστημα είναι η ελευθερία θρησκείας και λατρείας, που είναι
βέβαια για τα ανθρώπινα δικαιώματα θεμελιώδης αρχή.
Η ιδιότητα του Θεού, το να είναι
«πανταχού παρών», αλλά και ο σεβασμός
στην απόλυτη ελευθερία του κάθε ανθρώπου να προσεύχεται και να λατρεύει
τον Θεό όπως αυτός επιθυμεί, μας δίνουν την κατεύθυνση στο σεβασμό αυτής της
ευαίσθητης ανθρώπινης συμπεριφοράς που είναι η ελεύθερη έκφραση της
θρησκευτικότητας του καθενός.
Η παιδεία, η οικογενειακή ανατροφή, οι
νομοθεσίες των κρατών, αλλά και όλες οι θρησκευτικές ηγεσίες, οφείλουν να
προστατεύουν την ελεύθερη έκφραση της θρησκείας του καθενός.
Δεν μπορεί από κανένα, και για κανένα
λόγο να γίνεται αποδεκτή η όποιας μορφής βία κατά κάποιου που εκφράζει την
πίστη του, που προσεύχεται στο Θεό με τον τρόπο που αυτός θεωρεί και επιλέγει.
Ειδικά ο άνθρωπος που επικαλείται
πίστη στο Θεό, δεν μπορεί να συνδυάσει με την πίστη του αυτή, την ταυτόχρονη
απαγόρευση λατρείας του Θεού, στους πιστούς των άλλων δογμάτων ή των άλλων
θρησκευτικών ομάδων, με το επιχείρημα ότι αυτοί οι άλλοι είναι οι άπιστοι, και
άρα είναι εχθροί, που πρέπει να μη προσεύχονται, να μην υπάρχουν.
Όσοι ομολογούμε πίστη στον αληθινό Θεό
οφείλουμε να είμαστε πρωτοπόροι σε ζητήματα προστασίας της ελευθερίας του
ατόμου στην έκφραση της θρησκευτικής συνείδησης και λατρείας.
Η θρησκευτική συνάθροιση των πιστών με
στόχο τη Λατρεία προς το Θεό, ως αγαθό προστατευόμενο από τους νόμους, σε καμία
περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως παράνομη. Είτε από τον θρησκευτικό
λειτουργό, είτε από τους συμμετέχοντες πιστούς. Το δικαίωμα στην ελευθερία
έκφρασης της θρησκείας και της λατρείας είναι από τα θεμελιώδη προστατευόμενα
Ανθρώπινα Δικαιώματα, όπως αυτά αναφέρονται στη Χάρτα των Ην. Εθνών, στην Ευρ.
Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και σε εθνικά Συντάγματα.
Είναι θεϊκή προσταγή το να
αγωνιζόμαστε για να επικρατεί το θέλημα και ή Δικαιοσύνη του Θεού στη γη. Εάν
μάλιστα κάποιος διώκεται για τον λόγο αυτό, θεωρείται ευλογημένος..
Ο Χριστός λέει ότι είναι μακάριοι όσοι
διώκονται λόγω της δικαιοσύνης, «Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης…», δηλαδή για την επικράτηση του
θελήματος του Θεού. Εδώ βέβαια προκύπτει ειδικότερα και η έννοια της
συγκεκριμένης αδικίας, που αφορά στο διωγμό που παθαίνουν οι καλοί άνθρωποι που
αγωνίζονται υπέρ της επικράτησης του θελήματος του Θεού.
Όσοι είναι πιστοί στο Θεό και ανήκουν
σε κάποια θρησκεία και είναι σωστοί, αλλά διώκονται και υποφέρουν να μην ξεχνούν ότι ο
Θεός λειτουργεί με άλλο τρόπο. Με άλλα κριτήρια, άγνωστα σε μας. Η Δικαιοσύνη
Του είναι και λειτουργεί εκτός χρόνου σε μια προοπτική αιωνιότητας.
Η δική μας στάση όμως, κρίνεται εντός
χρόνου, με βάση τα δικά μας κριτήρια, που δεν μας επιτρέπουν να είμαστε εμείς
οι τιμωροί και οι διώκτες, έστω και αν βλέπουμε ότι μας καταδιώκουν οι κακοί.
Όσοι θέλουμε να υπάρξει η κάθε Θρησκεία, αλλά και
να λειτουργεί, ως βοήθεια στα υπαρξιακά προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου,
τότε η Δικαιοσύνη του Θεού είναι ανάγκη
να είναι βασική Αρχή σε κάθε οργανισμό, σε κάθε ιερατείο. Μόνο έτσι θα μπορούμε
να μιλάμε για Θρησκεία με Δικαιοσύνη και αρετή, και όχι για Θρησκεία μίσους και
κακίας, που όλοι θα θέλουμε να την αποφεύγουμε.
(Εισήγηση σε διεθνή συνάντηση, Mashhad, Iran, 30 Jan. 2019).