Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Ονοματοδοσία τέκνων, Απόφ.ΜΠρΠειρ 3072/2011

Είναι παράνομη η πιθανή άρνηση υπαλλήλου - ληξίαρχου, της καταγραφής του χριστιανικού ονόματος τέκνου που βαπτίστηκε, και  που δηλώνεται υπεύθυνα από τον νόμιμο γονέα.

 "...η ονοματοδοσία δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο του εφάπαξ τελουμένου μυστηρίου του Βαπτίσματος, καθόσον το όνομα αποκτάται και με σχετική δήλωση των προαναφερομένων προσώπων προς τον αρμόδιο ληξίαρχο".

 {βλέπε απόφ. Δικαστηρίου 3072/2011ΜΠΡ ΠΕΙΡ ( 570720) (ΕΦΑΔ 2012/55)

Ονοματοδοσία τέκνων.

Αποτελεί περιεχόμενο του δικαιώματος των γονέων που έχουν τη γονική μέριμνα.

Πώς γίνεται η ονοματοδοσία. Γέννηση τέκνου, ενόσω η μητέρα βρίσκεται σε διάσταση με το σύζυγό της και έχει συνάψει σχέση με άλλον άντρα που είναι και ο πατέρας του τέκνου.Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων περί ονοματοδοσίας. Απορρίπτεται αφενός γιατί ο φυσικός πατέρας δεν νομιμοποιείται ενεργητικά και αφετέρου η αίτηση είναι μη νόμιμη για τη μητέρα, εφσόσον δεν υπάρχει διαφωνία ως προς το όνομα. (βλ.Παρατηρήσεις Κ. Παντελίδου, ΕφΑΔ 2012/56).

ΜΠρΠειρ 3072/2011

Πρόεδρος: Α. Ρουσέα

[...] Το άρθρο 1467 ΑΚ ορίζει ότι η ιδιότητα του τέκνου ως προς το οποίο συντρέχει ένα από τα τεκμήρια των άρθρων 1465 και 1466 ΑΚ ως τέκνου γεννημένου σε γάμο, μπορεί να προσβληθεί δικαστικώς αν αποδειχθεί ότι η μητέρα δεν συνέλαβε πράγμα από το σύζυγο της ή ότι κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης, ήτοι αυτό που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή και την εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα πριν από τον τοκετό (άρθρο 1468 ΑΚ) ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, ιδίως εξαιτίας ανικανότητας ή αποδημίας του ή επειδή δεν είχαν σχέσεις.

Από τις διατάξεις αυτές σαφώς προκύπτει ότι το τεκμήριο της καταγωγής του τέκνου από το σύζυγο της μητέρας του, το οποίο είναι μαχητό, μπορεί να ανατραπεί μόνο με αγωγή προσβολής της πατρότητας, πλην άλλων, από το σύζυγο της μητέρας ή από τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα βρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγο της είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Πριν από την αμετάκλητη ανατροπή του τεκμηρίου καταγωγής από γάμο και την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου δεν δημιουργείται δεσμός συγγένειας μεταξύ του τέκνου και του φυσικού πατέρα. Η με την παραδοχή της αγωγής δημιουργούμενη κατάσταση είναι νέα, γιατί ιδρύεται νέα νομική συγγένεια που μεταβάλλει τις έννομες σχέσεις μεταξύ των διαδίκων.

Έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης που δέχεται την αγωγή το τέκνο έχει το τεκμήριο καταγωγής από τον γάμο, με πατέρα τον σύζυγο της μητέρας του. Με την αμετάκλητη απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή η αγωγή προσβολής πατρότητας το τέκνο χάνει την ιδιότητα γεννημένου σε γάμο και κατ` ακολουθίαν εντάσσεται στην κατηγορία των γεννημένων χωρίς γάμο τέκνων (1473 επ. ΑΚ). Η κατάλυση του νομικού δεσμού του τέκνου με το σύζυγο της μητέρας επιφέρει ανατροπή στις σχέσεις συγγένειας της ΑΚ 1463, η δε γονική μέριμνα του συζύγου καταργείτο όχι όμως αναδρομικά, αλλά μόνο για το μέλλον (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη ΕΡΝΟΜΑΚ τόμος Ε έκδ. 2004 άρθρο 1467σελ. 616-618, 622 τταρ. 11, άρθρο 1472 σελ. 652, ΑΠ Ολ 9/2009 ΕλΔ 50,977).

Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 1510 ΑΚ η μέριμνα για το ανήλικο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα) οι οποίοι και την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, την διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του το άρθρο 1512 ΑΚ του ίδιου κώδικα ορίζει ότι αν διαφωνούν οι γονείς και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση αποφασίζει το δικαστήριο το οποίο ως προς το ζήτημα αυτό δικάζει σύμφωνα με όσα ορίζει η διάταξη του άρθρου681 Β ΚΠολΔ, δηλαδή κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν την διατροφή και την επιμέλεια του τέκνου. Δεν αποκλείεται και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων αν συντρέχει επείγουσα περίπτωση. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων καθώς και εκείνης του άρθρου 1518 ΑΚ με την οποία ορίζεται ότι η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευση του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του, προκύπτει ότι η ονοματοδοσία (δηλ. ο προσδιορισμός του ονόματος) του τέκνου είναι δικαίωμα και των δύο γονέων ως προς το οποίο αποφασίζουν από κοινού. Ειδικότερα η ονοματοδοσία γίνεται με δήλωση του κυρίου ονόματος του τέκνου στον ληξίαρχο και είναι ανεξάρτητη από το μυστήριο της βάπτισης (Βλ. ΑΠ Ολ 240/1975ΝοΒ 23,655). Με την ειδική νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 15 του Ν 1438/1984που αντικατέστησε το άρθρο 25 του Ν 344/1976 το οποίο αφορά τις ληξιαρχικές πράξεις,το δικαίωμα της ονοματοδοσίας έχει αναχθεί πλέον σε αυτοτελές λειτουργικό δικαίωμα των γονέων και σαφώς διακρίνεται από την επιμέλεια γι αυτό και αποτελεί περιεχόμενο της γονικής μέριμνας.Πρόκειται για δικαίωμα το οποίο είναι διαρκές, αφού ασκείται εφάπαξ και αποσβύννυται με τη δήλωση που το πραγματώνει.Κατά συνέπεια φορείς του δικαιώματος ονοματοδοσίς είναι και οι δύο γονείς(ακόμη και αν είναι ανήλικοι) που έχουν τη γονική μέριμνα ανεξάρτητα από το αν την ασκούν. Αυτοί ακριβώς, είναι εκείνοι, οι οποίοι ασκούν το δικαίωμα ονοματοδοσίας από κοινού. Σε περίπτωση όμως κατά την οποία οι γονείς διαφωνούν πρέπει να προκληθεί απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου σχετικά με το όνομα που πρέπει να δοθεί στο τέκνο τους(Βλ. Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, Αστικός Κώδικας τομ. VII 1993 στα άρθρα 1505-1541αρ. 146 σελ. 40 επ. Παπαδημητρίου, Συμπλήρωμα οικογενειακού δικαίου 1998 σελ.275, ΑΠ 716/1993 Δνη 35,1265, ΕφΑΘ 8688/1990 Δνη 33,153, ΕφΛαρ 286/1994 Δνη35,1377, Εφθεσ 1981/1984 ΝοΒ 32,1565). Ο νόμος δεν ορίζει πότε ότι το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να λάβει το δικαστήριο σχετική απόφαση. Επομένως αυτό θα κριθεί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Η προσφυγή δε στο δικαστήριο, μπορεί να γίνει τόσο πριν από την επιχείρηση της πράξης, εξαιτίας της οποίας προέκυψε η διαφωνία όσο και μετά την πράξη (βλ. ΕφΑΘ 4287/2005 ΕλλΔνη 47,201).

Στην προκειμένη περίπτωση με την ένδικη αίτηση οι αιτούντες ισχυρίζονται ότι η πρώτη εξ αυτών είχε τελέσει νόμιμο θρησκευτικό γάμο με τον καθού την 5.5.1990 στον Πειραιά, ο οποίος λύθηκε αμετακλήτως με την υπ` αρ. 1243/2009 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ότι ενόσω η πρώτη εξ αυτών βρισκόταν σε διάσταση με τον καθού ανέπτυξε ερωτικές σχέσεις με τον δεύτερο των αιτούντων καρπός των οποίων ήταν η γέννηση ενός θήλεως αβάπτιστου τέκνου την 7.9.2009. Ότι το τέκνο αυτό καλύπτεται από τεκμήριο καταγωγής από γάμο του άρθρου 1465 ΑΚ με τεκμαιρόμενο πατέρα τον σύζυγο της πρώτης εξ αυτών (καθού) και ότι ο τελευταίος έχει ήδη ασκήσει κατά της μητέρας του τέκνου και της διορισθείσας ειδική επιτρόπου του ως άνω ανηλίκου αγωγή περί προσβολής πατρότητας, η συζήτηση της οποίας έχει προσδιορισθεί για την 2.10.2011 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.Ότι ο καθού αρνείται για τους λόγους που αναφέρονται σε αυτή να συμπράξει στην πνευματική διαδικασία της ονοματοδοσίας του σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκληστας με συνέπεια το ως άνω ανήλικο τέκνο των αιτούντων να μην μπορεί να Βαπτισθεί.

 Με βάση αυτό το ιστορικό επικαλούμενοι επείγουσα περίπτωση ζητούν να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα,ώστε να διευθετηθεί από το Δικαστήριο η ονοματοδοσία του ως άνω τέκνου και να δοθεί σε αυτό το όνομα «Χρ.».Η εν λόγω αίτηση αρμοδίως έχει εισαχθεί προς συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα686 επ. ΚΠολΔ), πλην όμως πρέπει να απορριφθεί λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης του δευτέρου των αιτούντων, διότι σύμφωνα με την προηγηθείσα μείζονα σκέψη, πριν από την αμετάκλητη ανατροπή του τεκμηρίου καταγωγής του ως άνω ανήλικου από γάμο και την εν συνεχεία αναγνώριση της πατρότητας του από τον δεύτερο των αιτούντων δεν θεμελιώνεται δεσμός συγγένειας μεταξύ του τέκνου και του τελευταίου με συνέπεια να μην μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα ονοματοδοσίας,του οποίου φορείς είναι οι γονείς που ασκούν τη γονική μέριμνα και στην παρούσαυπόθεση οι πρώτη των αιτούντων (μητέρα) και ο καθού ο οποίος έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης που δέχεται την αγωγή προσβολής πατρότητας είναι ο τεκμαιρόμενος πατέρας του ως άνω τέκνου.

Κατά τα λοιπά η αίτηση είναι μη νόμιμη, και πρέπει να απορριφθεί, διότι κατά τα ιστορούμενα σε αυτή(αίτηση) δεν υφίσταται διαφωνία των διαδίκων (πρώτης αιτούσας και καθού)σχετικά με τον προσδιορισμό του ονόματος του ως άνω ανηλίκου τέκνου, την οποία θα μπορούσε να άρει το Δικαστήριο με κριτήριο αποκλειστικά και μόνο το συμφέρον του τέκνου και χωρίς δέσμευση από τα αιτήματα των γονέων ή τη γνώμη αυτών, αλλά άρνηση του καθού να συμπράξει στην πνευματική διαδικασία της ονοματοδοσίας του τέκνου σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, για την οποία δεν χρειάζεται να προκληθεί απόφαση του Δικαστηρίου, αφού,σύμφωνα και με όσα προαναφέρθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, η ονοματοδοσία δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο του εφάπαξ τελουμένου μυστηρίου του Βαπτίσματος, καθόσον το όνομα αποκτάται και με σχετική δήλωση των προαναφερομένων προσώπων προς τον αρμόδιο ληξίαρχο. Διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν θα περιληφθεί στο διατακτικό λόγω ελλείψεως αιτήματος εκ μέρους του καθού (άρθρο 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). [...]

Ν.Σ.